Η ΣΙΩΠΗ / Michael Dörr

Η ΣΙΩΠΗ

Η ΣΙΩΠΗ

Η ΣΙΩΠΗ

Έχτισες το σπίτι σου ακούγωντας,
γλυκά νυχτερινά ψιθυρίσματα του νου σου,
μυστική φωλιά όπου η μοναξιά βυθίζεται αργά στη έρημο σου,
ο ουρανός σου άδειασε εκεί άπλετα το φως του,
και το στόμα σου σώπασε,
γεμίζοντας από σπάνια μέταλλα γης,
χρώματα χρυσαφένια,
όπου ο θόρυβος του τοίχου σου,
εμφάνισε βίαια τη σιωπή του,
άγχος κ’αγωνία συνταξιδεύουν μαζί,
σε μια ονειροπόλο κόλαση,
συνειδητά κι’έξυπνα να σε κατατρέψουν, ..

Michael Dörr

Michael Dörr

Σου είπα και στο τόνισα,
ό,τι πέρα από τα σύνορα,
μην αφήνεις τις πόρτες σου ανοιχτές,
αφύλαχτα τα όνειρα σου,
ανοχύρωτα τα σχέδια σου, ..

Ερχονται, .. μερμήγκια, .. αράχνες, ..
σκουλίκια, .. πειρατές, .. κλέφτες, .. άσχημοι λωποδήτες,
να σε καταδυναστεύσουν,
να σε βιάσουν,
να σ’εκβιάσουν,
να κλέψουν τις αμαρτίες σου,
να φτύσουν, ..
να χορτάσουν, ..
να σε ποδοπατήσουν δημόσια,
πισώπλατα ρεζίλι να σε κάνουν,
ν’ακυρώνουν όλα μονομιάς,
ό,τι έκανες στη ζωή σου,
να μείνεις σβηστή, .. βουβή κι αόματη,
χωρίς αναμμένο φάρο,
να συνεχίζεις τις αναπνοές με δυσωδία θείου,
ν’αγωνιάς, ..  να χάνεσαι, ..
μες στην πικρή σου αλήθεια, ..

Οι οικοδόμοι των ερειπίων σου ξεριζώνουν,
τις τελευταίες λάμψεις μιας νύχτας χωρίς αστέρια,
τα χαμένα μονοπάτια σου,
τραγουδούν πένθιμα τραγούδια,
λέξεις άδειες και βουβές,
λόγια εγκαταλελειμμένα στη θλιβερή φυλακή τους,…

Επίθεση γενναίοι μου, .. φωνάζουν και κραυγάζουν, ..
ελπίζοντας ό,τι θα υποχωρήσουν όλα με μιας, ..

Μα ούτε κιχ, .. ακούγεται,..
μήτε κανένας ήχος,
καμμία απόκριση, .. από απέναντι, ..
βουβή ήταν η ελπίδα, ..

Οι «γενναίοι» τον αδόξαστο πάνε για να κρεμμάσουν,
άτολμοι, .. ανύπαρκτοι, .. ρακένδυτοι, ..
απουσιάζουν από τη μάχη,
απαγοήτευση ξανά ό,τι τα πάντα είναι άδεια,..

Tίποτα δεν υπάρχει πια,
δόλιος αντικατοπτρισμός της μνήμης,
ονειρικά ήταν τα πλάσματα,
φαντάσματα πεθαμένης φαντασίας,
την τιμωρία τους αέναα να νιώθουν στα σκοτάδια, ..

Βουλιάζει η ψυχή μες στα ριχά νερά,
στη ζάλη του πολέμου,
κι’η νύχτα έμεινε μονομιάς,
πάλι χωρίς αστέρια,
στα χαμένα μονοπάτια του μυαλού,
τραγουδούν πένθιμα,
γυμνές λέξεις δραπέτες,
της θλιβερής σου φυλακής,
που πια δεν σε χωράει, ..

Κι εσύ, ..
ω, .. κι εσύ, .. τρομαγμένη,
μέσα σ’όλα αυτά σιωπάς,
γιατί όλα ξανά τα χτίζεις, ..
πρόσεχε λοιπόν τον δόλιο άνθρωπο,
φύλαγε τα όνειρα σου,
ένας θυμός ανθρώπινος όλα τα καταστρέφει, ..

© Yannis Koukakis

———-

Michael Dörr

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

———-

Σχολιάστε